Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού βόλεϊ είναι ένα ερώτημα που ξεπερνά την άμμο και το παρκέ. Αυτές οι διακρίσεις έχουν διαμορφωθεί από ένα κοινό υπόβαθρο, αλλά έχουν εξελιχθεί προς διαφορετικές κατευθύνσεις, αντικατοπτρίζοντας τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος, το ρυθμό των αλληλεπιδράσεων και την ειδικότητα των παιχνιδικών λύσεων. Η διαφορά δεν περιορίζεται στον αριθμό των παικτών ή στο υλικό επένδυσης. Κάθε λεπτομέρεια — από το ύψος της μετάδοσης έως τη συμπεριφορά της μπάλας στον αέρα — επηρεάζει την τακτική, το φυσικό φορτίο και τη ψυχολογία του αγώνα.
Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού: το γήπεδο και η επένδυση
Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού από την άποψη του γηπέδου είναι κυρίως στην κλίμακα, το περιβάλλον και τα χαρακτηριστικά της επιφάνειας. Το γήπεδο στην κλασική μορφή έχει διαστάσεις 18×9 μέτρα, σκληρή επένδυση, σήμανση ζωνών. Ο αγώνας διεξάγεται σε κλειστό γήπεδο με ομοιόμορφο φωτισμό και ελεγχόμενες συνθήκες.

Το παραλιακό βόλεϊ διαφέρει από το συνηθισμένο απαιτώντας λιγότερο χώρο — 16×8 μέτρα, απουσία γραμμών ζωνών και παρουσία αμμώδους επιφάνειας. Η επιφάνεια προσθέτει αντίσταση, μειώνει την ταχύτητα κίνησης και απαιτεί μεγαλύτερη αντοχή. Κάθε άλμα γίνεται προσπάθεια, κάθε κίνηση — πράξη σταθεροποίησης. Το βόλεϊ στην άμμο περιορίζει τις κινήσεις, αλλά ενισχύει την αυθαιρεσία.
Σύνθεση ομάδας και ρόλοι: διαφορετικό φορτίο στους παίκτες
Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού όσον αφορά τη δομή της ομάδας είναι φανερή στον αριθμό των παικτών. Στο γήπεδο — 6 στην πλατφόρμα, επιπλέον 6 στον πάγκο. Κάθε αθλητής εκτελεί μια συγκεκριμένη λειτουργία: δέσμευση, διαγώνιος, παίκτης στο τέλος του σετ, λίμπερο, κεντρικός αποκλειστικός.
Οι διαφορές μεταξύ του παραλιακού και του κλασικού βόλεϊ βρίσκονται στην παντοκρατορία. Στην άμμο — 2 παίκτες, ο καθένας εκτελεί ολόκληρο τον κύκλο: υποδοχή, πάσα, επίθεση, μπλοκ, άμυνα. Η απουσία αντικατάστασης αυξάνει το φορτίο, απαιτεί ισορροπία μεταξύ επιθετικών και αμυντικών ικανοτήτων. Ένας — όχι μόνο δέσμευση, αλλά και τελειωτικός. Ο ρόλος μετατρέπεται σε συμβολισμό.
Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού στους κανόνες
Στην κλασική έκδοση το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι τρεις νίκες σε πέντε σετ. Κάθε σετ φτάνει τους 25 πόντους (με διαφορά δύο). Το πέμπτο — tie-break μέχρι 15. Στην παραλιακή έκδοση — μέχρι δύο νίκες σε τρία σετ, με αντίστοιχη λογική βαθμολογίας, αλλά με λιγότερες αγωνιστικές φάσεις.
Οι διαφορές αφορούν και την αλλαγή πλευρών. Στο γήπεδο — μετά από κάθε σετ. Στην άμμο — κάθε 7 πόντους (ή 5 — στο αποφασιστικό), για να εξισώσουν τις συνθήκες: άνεμος, ήλιος, γωνία του γηπέδου. Η βαθμολογία καθιστά την ισορροπία, αλλά ο ρυθμός είναι εντελώς διαφορετικός. Στο γήπεδο συχνά καταγράφονται μακρά ράλι, ενώ στο παραλιακό — περισσότερα σύντομα ράλι, με γρήγορα τελικά επιθέσεων.
Μπάλα και φυσική του παιχνιδιού: βάρος, πίεση, έλεγχος, συμπεριφορά στην πτήση
Η διαφορά μεταξύ του συνηθισμένου βόλεϊ και του παραλιακού ως προς τα χαρακτηριστικά του μπαλιού είναι ένα από τα κύρια τεχνικά θέματα που επηρεάζουν απευθείας το στυλ του παιχνιδιού, τη μηχανική των κινήσεων και το χαρακτήρα της αλληλεπίδρασης με τη μπάλα. Η κλασική μπάλα δημιουργείται για σταθερή τροχιά σε συνθήκες αίθουσας. Το βάρος της κυμαίνεται μεταξύ 260–280 γραμμάρια, ο διάμετρος της είναι περίπου 65–67 εκατοστά. Η επιφάνειά της είναι λεία, με ελάχιστες ραφές, πυκνή και ελαστική. Η εσωτερική πίεση φτάνει τα 0.30–0.325 κιλά/τ.εκ. Αυτή η κατασκευή παρέχει υψηλή ταχύτητα πτήσης, προβλεψιμότητα αναπήδησης, σαφή αντίδραση σε ισχυρά χτυπήματα. Είναι ευκολότερο να διαπερνά τον αέρα, αντέχει καλύτερα τις επιθετικές υποδοχές, επιταχύνει τον ρυθμό του παιχνιδι